Είναι μια συχνή χρόνια φλεγμονώδης δερματοπάθεια, που προσβάλλει περίπου το 2% του πληθυσμού. Η πιο συνηθισμένη είναι η κατά πλάκας ψωρίαση (κοινή ψωρίαση), η οποία εμφανίζεται στο 80% περίπου όλων των ασθενών με ψωρίαση. Άλλες μορφές ψωρίασης είναι: η σταγονοειδής, η ερυθροδερμική, η φλυκταινώδης.
Η ψωρίαση είναι μια αρκετά διαδεδομένη πάθηση, καθώς υπολογίζεται οτι υπάρχει σε ένα ποσοστό 1-2% του ελληνικού πληθυσμού. Οι περισσότεροι έχουν λίγες, εντοπισμένες βλάβες στους αγκώνες ή/και στα γόνατα αλλά μερικές φορές μπορεί να εξαπλώνεται στο τριχωτό της κεφαλής, στη ράχη και τους γλουτούς,στις κνήμες, τα πέλματα και τις παλάμες ή να αλλοιώνει τα νύχια και να προκαλεί αρθρίτιδα. Όταν η νόσος επεκταθεί, επηρεάζει έντονα αρνητικά τον ψυχισμό, τις εργασιακές και διαπροσωπικές σχέσεις και την καθημερινότητα του πάσχοντα.
Τα 3/4 των ασθενών πρωτοπαρουσιάζουν ψωριασικές βλάβες πριν την ηλικία των 35 ετών ενώ ειδικότερα ένα 10% εμφανίζει τη νόσο στην παιδική ηλικία. Το υπόλοιπο 25% συνήθως παρουσιάζει τις βλάβες στα 55-60 χρόνια.
Σήμερα η ψωρίαση θεωρείται πολυσυστηματικό νόσημα που σχετίζεται με το μεταβολικό σύνδρομο (παχυσαρκία, σακχαρώδης διαβήτης, υπέρταση, υπερλιπιδαιμία) και θεωρείται ανεξάρτητος παράγοντας κινδύνου για καρδιαγγειακή νόσο με αυξημένο κίνδυνο για έμφραγμα μυοκαρδίου και αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο.
Η πιο συνηθισμένη μορφή είναι η χρόνια κατά πλάκας ψωρίαση, που αποτελεί το 85% του συνόλου. Οι βλάβες παρουσιάζουν ερύθημα με πάχυνση και λευκωπή απολέπιση και πιθανόν να προκαλούν ήπιο κνησμό. Πιο σπάνιες μορφές είναι η σταγονοειδής, η ανάστροφη ψωρίαση που εμφανίζεται στις πτυχές (μασχάλες, μηρογεννητικές, υπομαζικά), η ερυθροδερμική και η φλυκταινώδης ψωρίαση που αν γενικευθούν σε όλη την επιφάνεια του δέρματος μπορεί να είναι επικίνδυνες για τη ζωή του ασθενούς και η ψωρίαση των ονύχων.
Τι προκαλεί την Ψωρίαση;
Διάφορες μεγάλες μελέτες δείχνουν ότι περιβαλλοντικοί και γενετικοί παράγοντες εμπλέκονται στην έναρξη και την εξέλιξη της ψωρίασης. Η εμφάνιση της ψωρίασης μεταξύ οικογενειών που έχουν μια επιβεβαιωμένη διάγνωση ψωρίασης υπολογίζεται στο 35%.
Οι ασθενείς κληρονομούν μόνο μια προδιάθεση προς τη νόσο. Στη συνέχεια, θα πρέπει να την πυροδοτήσει κάποιος περιβαλλοντικός παράγοντας. Οι παράγοντες που πυροδοτούν την ψωρίαση μπορούν να είναι:
- Στρεπτοκοκκική λοίμωξη
- Συγχορηγούμενες φαρμακευτικές αγωγές
- Στρες
- Σωματικό τραύμα
- Κλίμα
Αίτια ψωρίασης
Γενετική προδιάθεση
Τα αίτια είναι ακόμα άγνωστα,αλλά φαίνεται οτι είναι αποτέλεσμα συνδυασμού κληρονομικής προδιάθεσης και επίδρασης από το περιβάλλον. Η προδιάθεση σημαίνει ότι δεν θα την εμφανίσουν υποχρεωτικά τα παιδιά αλλά εφόσον δράσουν οι εξωτερικοί παράγοντες. Η κληρονομικότητα πιθανολογείται από το γεγονός οτι όταν έχει ένας από τους γονείς την πάθηση το ποσοστό να την εμφανίσει το παιδί είναι περίπου 25% ενώ αν έχουν και οι δύο γονείς ανεβαίνει στο 75%, ποσοστά πολύ υψηλότερα από το 1-2% του γενικού πληθυσμού. Αν εμφανίσει ψωρίαση αδελφός χωρίς να πάσχουν οι γονείς το ποσοστό προσεγγίζει το 20% αλλά αν είναι μονοζυγώτης (πανομοιότυπος) δίδυμος φθάνει το 70%. Αυξημένες αλλά όχι τόσο είναι οι πιθανότητες όταν έχουν ψωρίαση πιο μακρινοί συγγενείς π.χ. θείοι, ξαδέρφια κτλ.
Εξωγενείς παράγοντες
Ακόμα δεν ξέρουμε ποιός είναι ο εξωτερικός παράγοντας που «ξεκινάει» την φλεγμονή-ψωρίαση στα άτομα με την κληρονομική προδιάθεση και τα ευαίσθητα γονίδια. Μια θεωρία που ερευνάται τα τελευταία χρόνια ενοχοποιεί παλιές λοιμώξεις από στρεπτόκοκκο- όπως την πυώδη αμυγδαλίτιδα- ή από συνηθισμένες ιώσεις που όλοι μπορεί να πάθουμε κατα τη διάρκεια της ζωής. Εκτός από μια σχετικά σπάνια μορφή της νόσου, τη σταγονοειδή ψωρίαση που εμφανίζεται μερικές ημέρες μέχρι λίγες εβδομάδες μετά από ένα επεισόδιο πυώδους αμυγδαλίτιδας και πολύ συχνά υποχωρεί τελείως, στις υπόλοιπες περιπτώσεις η ψωρίαση δεν ξεκινά τόσο άμεσα. Αντίθετα οι βλάβες μπορεί να εμφανιστούν μετά από πολλά χρόνια , με επίδραση και άλλων επιβαρυντικών καταστάσεων.
Επιβαρυντικοί παράγοντες
Φάρμακα
Πρώτα απ’ολα είναι ορισμένα φάρμακα όπως μια κατηγορία αντιυπερτασικών (β-blockers), τα ανθελονοσιακά, το λίθιο για ψυχιατρική χρήση και η κορτιζόνη σε ενέσιμη ή από του στόματος λήψη όταν διακοπεί απότομα. Όλα τα παραπάνω σπάνια ή συχνότερα μπορεί να οδηγήσουν σε βλάβες ψωρίασης. Τότε οι ασθενείς πρέπει να επισκεφθούν το δερματολόγο για τη σωστή διάγνωση της νόσου και σε επικοινωνία με τον γιατρό που τους συνταγογράφησε τα ύποπτα σκευάσματα να τα σταματήσουν ή να τα αλλάξουν.
Διατροφή
Η ποσότητα και η ποιότητα της διατροφής επηρεάζουν σημαντικά την βαρύτητα των βλαβών και είναι μια παράμετρος που μπορούμε να ρυθμίσουμε και μόνοι μας. Η πρόσληψη τροφών με χαμηλό θερμιδικό φορτίο και η απώλεια του έξτρα βάρους στους υπέρβαρους συνοδεύεται και από ελλάτωση της έκτασης και της βαρύτητας της ψωρίασης. Τροφές που περιορίζουν την ψωρίαση είναι όσες περιέχουν ω-3 πολυακόρεστα λιπαρά οξέα όπως η σαρδέλα, η ρέγγα, ο κολιός ,ο σολωμός και το μουρουνέλαιο σε υγρή μορφή ή κάψουλες. Επίσης σημαντική είναι η σημασία τροφών πλούσιων σε αντιοξειδωτικά όπως τα εσπεριδοειδή σε vit. C και το ελαιόλαδο χωρίς θερμική επεξεργασία σε vit.E. Τα άπαχα γαλακτοκομικά και η vit.Dπου περιέχουν έχουν επίσης θετική επίδραση. Τελευταία οι έρευνες εστιάζονται στο πιθανό ευεργετικό αποτέλεσμα των τροφών ελεύθερων γλουτένης (δηλαδή χωρίς σιτάρι, κριθάρι, σίκαλη και βρώμη αυτούσιων ή προσμείξεων τους), λόγω της σχετικά αυξημένης συχνότητας αντισωμάτων έναντι αυτής στο αίμα των ψωριασικών ασθενών.
Αντίθετα τροφές πλούσιες σε κορεσμένα λιπαρά οξέα όπως το κόκκινο κρέας, τα αυγά και τα ολικού πάχους γαλακτοκομικά και σε ω-6 πολυακόρεστα λιπαρά οξέα (πχ τα σπορέλαια) δεν βοηθούν στον περιορισμό των βλαβών και έχουν και μεγάλο θερμιδικό φορτίο. Η υπερκατανάλωση αλκοόλ επιδεινώνει σημαντικά την ψωρίαση αλλά έχει και αρνητικές αλληλεπιδράσεις με την φαρμακευτική αγωγή. Είναι ο διατροφικός παράγοντας που πρέπει να ελλατώνεται δραστικά από όταν εμφανιστεί η νόσος και η κατανάλωσή του να μην αυξάνεται ούτε στις υφέσεις της ψωρίασης.
Άγχος
Τέλος το άγχος, όπως καλά γνωρίζουν οι ασθενείς με ψωρίαση είναι από τους βασικότερους επιβαρυντικούς παράγοντες για την επέκταση των βλαβών. Οι περισσότεροι γιατροί συστήνουν στους ασθενείς να μην αγχώνονται. Πιο σωστό είναι να προτείνουμε τρόπους διαχείρησης των καταστάσεων που προκαλούν άγχος, όπως μια σωστότερη χρονική κατανομή των υποχρεώσεών μας, αμοιβαία συνεργασία με τους συνεργάτες και τα μέλη της οικογένειας μας και μικρά χαλαρωτικά διαλείμματα όπως η ανάγνωση ενός βιβλίου, μια βόλτα στην εξοχή ή την παραλία, η εκμάθηση ενός μουσικού οργάνου κ.α.
Ποια είναι τα συμπτώματα της Ψωρίασης;
Η ψωρίαση παρουσιάζει ποικιλία εικόνων. Όλες οι ψωριασικές βλάβες εμφανίζουν, σε ποικίλο βαθμό, τρία κύρια χαρακτηριστικά:
- Απολέπιση
- Πάχυνση (διήθηση)
- Φλεγμονή (ερύθημα)
Η κλασική συμμετρία, τα αργυρόχροα λέπια, το ζωηρό κόκκινο - βυσσινί χρώμα, επιτρέπουν την εύκολη διαφορική διάγνωση της ψωρίασης από άλλες δερματοπάθειες στην πλειονότητα των περιπτώσεων.
Περιοχές που συνήθως προσβάλλονται είναι εκείνες με παχύτερο δέρμα, όπως είναι το τριχωτό της κεφαλής, οι αγκώνες, τα γόνατα, η ιερά περιοχή, η ραχιαία επιφάνεια των μεσοδακτυλικών αρθρώσεων των χεριών.
Αν και η ψωρίαση θεωρείται ως μη κνησμώδης δερματοπάθεια, η πλειοψηφία των ασθενών γρήγορα εμφανίζει τη συνήθεια του ξεσμού, με αποτέλεσμα σημαντική αύξηση του πάχους (λειχηνοποίηση) των ψωριασικών πλακών. Παρόμοια, ο καθημερινός τραυματισμός είναι δυνατό να τροποποιήσει τις βλάβες σε περιοχές όπως τα χέρια και τα πόδια.
Πώς γίνεται η διάγνωση της Ψωρίασης;
Για να διαγνωσθεί η ψωρίαση, ο ιατρός πρέπει να διεξάγει μια σωματική (φυσική) εξέταση και να συλλέξει πληροφορίες σχετικά με τo ιστορικό του ασθενούς. Η διάγνωση σπάνια απαιτεί ιστολογική επιβεβαίωση και σχεδόν πάντα βασίζεται σε κλινικά χαρακτηριστικά γνωρίσματα που σχετίζονται με την ψωρίαση: σαφώς περιγεγραμμένες, ερυθρές, αποφολιδωμένες πλάκες που τυπικά βρίσκονται στους αγκώνες, τα γόνατα, το κρανίο και τη μεσογλουτιαία περιοχή.
Κάποιοι ασθενείς μπορεί να εμφανίσουν βλάβες στις παλάμες, στα πέλματα των ποδιών ή στα γεννητικά όργανα.
Οι πληροφορίες σχετικά με το ιστορικό του ασθενούς πρέπει να περιλαμβάνουν την ηλικία έναρξης, τους περιβαλλοντικούς και φαρμακολογικούς παράγοντες, την ταυτόχρονη χρήση φαρμάκων, το ιατρικό και χειρουργικό ιστορικό, το οικογενειακό και κοινωνικό ιστορικό και τα τρέχοντα συμπτώματα.
Περιστασιακά, τα σημεία της ψωρίασης μπορεί να μοιάζουν με τα συμπτώματα άλλων δερματικών νόσων, όπως η σμηγματορροϊκή δερματίτιδα, ο ομαλός λειχήνας και η ροδόχρους πιτυρίαση. Για να αποκλείσει ο ιατρός αυτά τα περιστατικά, μπορεί να πραγματοποιήσει μια βιοψία δέρματος ή άλλες εργαστηριακές εξετάσεις.
Πώς θεραπεύεται η Ψωρίαση;
Όλες οι διαθέσιμες θεραπείες βοηθούν στην αντιμετώπιση (κάθαρση), ολική ή μερική, του εξανθήματος από το δέρμα. Προς το παρόν, δεν υπάρχει ριζική θεραπεία της ψωρίασης, καθότι δεν είναι γνωστή η αιτία της νόσου. Η θεραπευτική αντιμετώπιση της ψωρίασης ποικίλλει και εξατομικεύεται ανά ασθενή.
Οι θεραπείες για την ψωρίαση μπορούν γενικά να διακριθούν στις εξής κατηγορίες:
- Τοπικές
- Μαλακτικές-ενυδατικές αλοιφές
- Απολεπιστικά (σαλικυλικό, ουρία)
- Φυτική πίσσα (συνήθως σε σαμπουάν, σαπούνια ή καθαρή μορφή)
- Ανθραλίνη-διθρανόλη
- Ανάλογα βιταμίνης D3 (καλσιποτριόλη,καλσιτριόλη, τακαλσιτόλη κ.α)
- Τοπικά ρετινοειδή (ταζαροτένη)
- Τοπικά κορτικοστεροειδή
- Φωτοθεραπεία
- Συστηματικές
- Βιολογικές