Το πυογόνο κοκκίωμα, ή όγκος της κύησης ή κοκκίωμα της κύησης ή φατνιακό όγκωμα της γνάθου εμφανίζεται τόσο στους βλεννογόνους όσο και στο δέρμα, ως υπερανάπτυξη λόγω ερεθισμού, φυσικού τραύματος ή ορμονολογικών παραγόντων.
Συχνά, παρατηρείται στα ούλα, στο δέρμα και στο ρινικό διάφραγμα, και επίσης, στο μηρό.
Το πυογόνο κοκκίωμα εμφανίζεται συχνότερα στη στοματική κοιλότητα και στα ούλα, κατά 70% και υπάρχει μικρή υπεροχή στις γυναίκες.
Σημεία και συμπτώματα πυογόνου κοκκιώματος
- Είναι άμισχο ή μισχωτό
- Κοκκιώδες, λείο ή ελαφρά οζώδες
- Μαλακό
- Εξελκωμένο και αιμορραγεί εύκολα
- Κόκκινο, ιώδες ή καφέ
- Διάμετρος λίγα χιλιοστά έως 3 εκατοστά
Αίτια πυογόνου κοκκιώματος
- Υπεραντίδραση σε έδαφος μικρού τραύματος
- Ορμονικές μεταβολές κατά την κύηση
Παράγοντες κινδύνου πυογόνου κοκκιώματος
- Κύηση
- Τραύμα ή χειρουργική επέμβαση στη στοματική κοιλότητα
Στην πραγματικότητα δεν είναι ένα αληθινό κοκκίωμα. Είναι ένα τριχοειδές αιμαγγείωμα, λοβιακό και επιρρεπές σε αιμορραγία. Επιπλέον, δεν είναι, επίσης, πραγματικά πυογόνο και η αιτία είναι ορμονική ή τραυματική και δεν έχει σχέση με τη μόλυνση ή την παραγωγή πύου.
Το πυογόνο κοκκίωμα είναι συνήθως κόκκινο / ροζ έως πορφυρό και μπορεί να είναι ομαλό ή λοβωτό. Οι νεότερες βλάβες είναι πιο πιθανό να είναι κόκκινες λόγω του υψηλού αριθμού των αιμοφόρων αγγείων. Οι παλαιότερες βλάβες γίνονται ροζ. Το μέγεθος κυμαίνεται από μερικά χιλιοστά έως μερικά εκατοστά. Τα πυογόνα κοκκιώματα μπορούν να αναπτυχθούν γρήγορα και συχνά αιμορραγούν. Στις έγκυες γυναίκες, αυτό μπορεί να συμβεί κατά το πρώτο τρίμηνο, με αυξανόμενη συχνότητα μέχρι τον έβδομο μήνα και η βλάβη είναι συχνή στα ούλα. Η Epulis granulomatosum είναι μια παραλλαγή του πυογόνου κοκκιώματος που σχηματίζεται μόνο στα ούλα. Τα αιμαγγειωματοειδή κοκκιώματα εμφανίζονται στο ούλα σε 75% των περιπτώσεων, συχνότερα στην άνω παρά στην κάτω γνάθο. Οι πρόσθιες περιοχές επηρεάζονται πιο συχνά από ό, τι οι οπίσθιες. Μπορεί, επίσης να αναπτυχθεί στα χείλη, τη γλώσσα, και στο μάγουλο, εσωτερικά.
Η κακή στοματική υγιεινή ή το τραύμα είναι, συνήθως, εκλυτικοί παράγοντες.
Μερικοί συσχετίζουν το πυογόνο κοκκίωμα με τη Bartonella. Η φλεγμονή είναι παρούσα. Η βλάβη μπορεί να έχει ινώδη χαρακτήρα, αν είναι μεγάλη, και η επιφάνεια μπορεί να έχει εξελκώσεις. Το πυογόνο κοκκίωμα εμφανίζεται σπάνια στον επιπεφυκότα, τον κερατοειδή ή το συνδετικό ιστού του οφθαλμού από μικρό τοπικό τραύμα. Πρόγνωση και θεραπεία πυογόνου κοκκιώματος
Η πρόγνωση είναι, συνήθως, καλή, ωστόσο υποτροπή μπορεί να συμβεί σε ποσοστό έως και 16%. Η παρουσία μυξοειδών δομών στο πυογόνων κοκκίωμα είναι η κύρια αιτία της υποτροπής.
Αν και τα πυογόνα κοκκιώματα δεν είναι μολυσματικά ή κακοήθη, γίνεται θεραπεία λόγω της πιθανότητας αιμορραγίας ή έλκους. Συχνά, τα πυογενή κοκκιώματα αντιμετωπίζονται με χειρουργική εκτομή και καθαρισμό των γειτονικών δομών όταν η αλλοίωση είναι στα ούλα. Αν η εκτομή δεν είναι πλήρης μπορεί να υποτροπιάσει.
Μπορεί να υποχωρήσει και αυτόματα.
Απαιτείται καλή στοματική υγιεινή. Μετά την εκτομή πρέπει να αποφεύγονται οι τραυματισμοί της περιοχής. Και η θεραπεία με λέιζερ χρησιμοποιώντας (παλμικό λέιζερ χρωστικής ουσίας ή CO2 λέιζερ) είναι συχνά αποτελεσματική.
Η τοπική εφαρμογή του βήτα-αδρενεργικού ανταγωνιστή είναι αποτελεσματική στο πυογόνο κοκκίωμα.
Συνήθως, δεν γίνεται θεραπεία εάν το πυογόνο κοκκίωμα εμφανίζεται κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, δεδομένου ότι η βλάβη μπορεί να θεραπευθεί αυτόματα. Αφαιρείται μόνο αν υπάρχει υποτροπιάζουσα αιμορραγία είτε από του στόματος ή από ρινικές βλάβες.